«Για χρόνια πλάγιαζα νωρίς» («Longtemps, je me suis couché de bonne heure»). Μπορούμε να υποθέσουμε, γιατί ο συγγραφέας είχε υιοθετήσει την συγκεκριμένη συμπεριφορά. Είναι προφανές ότι έπρεπε να μαζέψει ύπνο και δυνάμεις για να γράψει αυτό το μυθιστόρημα των επτά τόμων. Αναφέρομαι στον Μαρσέλ Προυστ και στο μυθιστόρημά του Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο. Το μυθιστόρημα αυτό, απ’ ό,τι έχω ακούσει μπορεί να θεωρηθεί από τα τελευταία κλασσικά μυθιστορήματα ή -αντιστοίχως- από τα πρώτα μοντέρνα. Σε κάθε περίπτωση μόνο και μόνο ο όγκος του, ο προκλητικός του τίτλος (μήπως είναι χαμένος χρόνος να διαβάσω το Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο; μήπως μπορώ να διαβάσω ή να κάνω κάτι άλλο; ) έχουν αναγάγει το βιβλίο σε σύμβολο. Όλοι το γνωρίζουν έστω και ως τίτλο. Επίσης έχουν ακούσει και για τις εκτεταμένες αφηγήσεις των περιστατικών που περιγράφει. Για το Αναζητώντας, το να κάνει κάποιος κάτι απλό, όπως να πιει νερό, δεν περιγράφεται απλά. Μπορεί να χρειασθούν καμμιά δεκαριά πυκνογραμμένες σελίδες. Το πώς σηκώθηκε το ποτήρι, το πώς διπλώθηκαν τα δάκτυλα όλα αυτά θα πυροδοτήσουν μια βόμβα αναμνήσεων στον συγγραφέα αφηγητή, θα γίνουν μια αφορμή να ταξιδέψει ο νους του σε κάτι άλλο, να ξεδιπλωθούν συνειρμικές σκέψεις κλπ.
Μήπως όλες αυτές οι πυκνογραμμένες σελίδες, που απλώνονται σε επτά τόμους, θα μπορούσαν να είναι ο,τι θα μπορούσε να είχε πει στον φανταστικό ψυχαναλυτή του; Μήπως αυτή η Προυστική κληρονομιά είναι που επέτρεψε στην ψυχαναλυτική προσέγγιση να ριζώσει και να γίνει το κυρίαρχο παράδειγμα στην Γαλλία; Εάν έχω καταλάβει καλά, πάντως, ο Προύστ δεν γνώριζε το έργο του Φρόϋντ. Ίσως το θέμα του ασυνειδήτου να ήταν ένα αίτημα της εποχής. Γενικότερα είναι ενδιαφέρον να ψάξει κανείς, πώς μία εποχή αναπτύσσει ενδιαφέροντα και πώς σε διαφορετικούς τόπους άνθρωποι προσεγγίζουν το ίδιο θέμα, πολλές φορές σε άγνοια ο ένας για τις προσπάθειες του άλλου.
Ο Προύστ, βέβαια, έγραψε λογοτεχνία δεν θεώρησε ότι διατύπωσε μια επιστημονική θεωρία. Ο Φρόϋντ, από την άλλη, κάτι με το κύρος του ως γιατρός, κάτι η προσωπική του πεποίθηση είχε την εντύπωση ότι η ψυχανάλυση πως ήταν μιά επιστημονική θεωρία. Μάλλον έσφαλε, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι πρέπει να εκμηδενίσουμε, τόσο την όποια, έστω και ελάχιστη προσφορά της, όσο και την αξία της ως διανοητικό δημιούργημα (και τον κόπο, φυσικά, του εμπνευστή της). Ο πρώτος τόμος, αυτός που διάβασα δηλαδή, λέγεται «Από την μεριά του Σουάν» και χωρίζεται σε τρία μέρη: Κομπραί, Ένας έρωτας για τον Σουάν και τέλος: ονόματα τόπων: το όνομα
Στο Κομπραί κατοικεί ο ήρωας (δεν έχω καταλάβει, εάν είναι φανταστικό προάστιο του Παρισιού ή φανταστικός τόπος παραθερισμού του συγγραφέα, σε τόσες σελίδες χάνεται κανείς). Περιγράφεται η οικογένειά του, η οδυνηρή μετάβαση προς την έξοδο της παιδικής ηλικίας, υποθέτω ότι αυτό σημαίνει όλη αυτή η αυστηρότητα με το θέμα του μητρικού φιλιού από την πλευρά του πατέρα του. Ενδεχομένως και την δυστυχία του να μην ζεις στο τώρα: διότι ο αφηγητής αποζητούσε το φιλί του μέλλοντος και ευχόταν να καθυστερήσει και νοσταλγούσε το φιλί του παρελθόντος.
Περιγράφεται το Κομπραί και όλες αυτές οι αναμνήσεις αναδύονται από ένα κομμάτι Μαντλέν, που βουτιέται στο τσάι, όπως ένα ιαπωνικό παιχνίδι.
Το ένας έρωτας για τον Σουάν, περιγράφει την ζωή και την σχέση του Σουάν, ενός ασχολουμένου με χρηματιστικό επάγγελμα, με την Οντέτ, μία «μαιτρέσσα», εάν κατάλαβα καλά. Ο Σουάν δεν ανήκει σε «τζάκι», (η μοναρχία καταλύθηκε στην Γαλλία, αλλά τα τζάκια μένουν-βέβαια κάποιες φορές το Αναζητώντας μού δίνει την εντύπωση ότι διαδραματίζεται στην περίοδο της Β’ Αυτοκρατορίας) τα λεφτά του, όμως «ανοίγουν» πόρτες και φέρνουν σε αμηχανία την αριστοκρατία, ιδίως, εάν αναλογιστεί κανείς την συνοδό του. Ο Σουάν ασχολείται και με τον Βέρμεερ. Εάν ο ζωγράφος του Ντέλφτ έγινε γνωστός οφείλει πολλά στο συγκεκριμένο βιβλίο. Πάντως, πέρα από τον Βέρμεερ, γίνεται αναφορά σε ποικίλλους φιλοσόφους, συγγραφείς και καλλιτέχνες στο βιβλίο. Στην σχέση του Σουάν με την Οντέτ, περιγράφεται η επιθυμία να γίνει ο έρωτας μεγαλύτερος (και με την δημιουργία οδύνης στον άλλον), αλλά και το ασύγχρονο, που βιώνουν στον έρωτα μετά από κάποιο σημείο ένας άντρας και μια γυναίκα.
Στο τρίτο μέρος αντιλαμβανόμαστε ότι η εκτεταμένη αναφορά στον Σουάν γίνεται για τον εξής λόγο στην ουσία. Πρόκειται για τον πατέρα της Ζιλμπέρτ με την οποία ο συγγραφέας νοιώθει τα πρώτα ερωτικά -προφανώς- σκιρτήματα.
Το τέλος του τόμου μάλλον με απογοήτευσε. Ο συγγραφέας σε μεγαλύτερη ηλικία πλέον πάσχει από μία νοσταλγία του εξιδανικευμένου και συνεπώς ανύπαρκτου παρελθόντος. Η πρόοδος εμφανίζεται λίγο πολύ ως φθορά και παρακμή.
Φυσικά έχει και πολλά άλλα ο τόμος και προφανώς το μυθιστόρημα στην ολότητά του. Είναι προφανές. Η περιγραφή μιας ζωής (του αφηγητή), που εμπλέκεται με τις ζωές των άλλων, οι πράξεις τους αλλά και οι σκέψεις τους δημιουργούν ένα αρκετά δυναμικό και χαοτικό όλο. Ενδεχομένως να μοιάζει ότι στερείται υπόθεσης, αλλά εδώ που τα λέμε σάμπως έχει η ζωή υπόθεση; Την ζωή κανείς την ζει. Ας τολμήσω και μια διανοητική πιρουέττα εδώ πέρα: εάν χάος σημαίνει την ύπαρξη ενός συστήματος, όπου η μεταβολή στις αρχικές συνθήκες επιρρεάζει την εξέλιξη του συστήματος (το περί πεταλούδας που κινεί τα φτερά της στο Χογκ Κογκ και δημιουργεί τυφώνα στην Καλιφόρνια, μού κάνει σε τσιτάτο κουελιοειδούς τύπου, όπως το «εάν ευχηθείς κάτι τότε το σύμπαν θα συνομωτήσει για να το αποκτήσεις), εάν το χάος είναι αντικείμενο μαθηματικής μελέτης και εάν η ζωή είναι χαοτική, τότε το βιβλίο είναι και για ανθρώπους των θετικών επιστημών. Σε κάθε περίπτωση, ακόμα και εάν δεν ισχύει αυτός ο συλλογισμός καλό είναι να υπάρχει ευρύτητα πνεύματος και να μην περιοριζόμαστε μόνο στα μαθηματικά ή μόνο στη λογοτεχνία ή όπου αλλού αλλά να έχουμε ποικίλλα ενδιαφέροντα.
Ο εκτετεταμένος του όγκος, αλλά και το χαώδες του μπορεί να αποπροσανατολίσουν. Έτσι είναι πολύ χρήσιμος ο περιληπτικός πίνακας της υπόθεσης. Με βάση αυτόν τον πίνακα διάβαζα το βιβλίο «κομμάτι»-«κομμάτι» διατηρώντας όσο το δυνατόν τον ειρμό, αφού δεν έκοβα κάποιο «κομμάτι» στην μέση.
Η μετάφραση του βιβλίου έχει την δική της ιστορία. Ο Παύλος Ζάννας το μετέφρασε (τον πρόλαβε ο θάνατος) κατά την διάρκεια της κράτησής του από το δικτατορικό καθεστώς.
Έχοντας διαβάσει τον πρώτο τόμο συνεχίζω στον δεύτερο: «Στον ίσκιο των ανθισμένων κοριτσιών».

Ένα σχόλιο »

  1. Ο/Η anlu λέει:

    Σε θαυμάζω που κα΄τόρθωσες και το διάβασες! Εμένα ακόμα σκονίζονται οι τόμοι…δεν μπόρεσα να πάω πέρα από την 10η σελίδα του πρώτου βιβλίου…

  2. Ο/Η Ντροπαλός λέει:

    @anlu
    Καλημέρα,
    Ευχαριστώ για την φιλοφρόνηση αλλά ας μην προτρέχουμε. Τον πρώτο τόμο διάβασα μόνο. Ο δεύτερος έχει πολύ ακόμα για να τελειώσει, όσο για τους υπόλοιπους δεν ξέρω καν σε ποια ράφια βρίσκονται στα βιβλιοπωλεία.

  3. Ο/Η anlu λέει:

    Αν ολοκληρώσεις και τον δεύτερο, σφύρα μου να σου στείλω τους υπόλοιπους…το εννοώ!

  4. Ο/Η Ντροπαλός λέει:

    @anlu
    Υποννοείς ότι αγόρασες όλους τους τόμους μονοκοπανιά με το μεγαλεπήβολο σχέδιο να τους διαβάσεις;
    Εγώ προτίμησα να πάω βλέποντας και κάνοντας…
    Ποιός ξέρει, εάν θα βγει αυτός ο τόμος…
    Ευχαριστώ για την ευγενική χειρονομιά, αλλά ως Ντροπαλός θα αρνηθώ.
    No offense, I hope!

  5. Ο/Η coolplatanos λέει:

    …»Γενικότερα είναι ενδιαφέρον να ψάξει κανείς, πώς μία εποχή αναπτύσσει ενδιαφέροντα και πώς σε διαφορετικούς τόπους άνθρωποι προσεγγίζουν το ίδιο θέμα, πολλές φορές σε άγνοια ο ένας για τις προσπάθειες του άλλου»…
    Μία διαπίστωση που την έχω κάνει πολλές φορές και είναι πράγματι εξαιρετικά ενδιαφέρον φαινόμενο

  6. […] …Μήπως όλες αυτές οι πυκνογραμμένες σελίδες, που απλώνονται σε επτά τόμους, θα μπορούσαν να είναι ο,τι θα μπορούσε να είχε πει στον φανταστικό ψυχαναλυτή του; Μήπως αυτή η Προυστική κληρονομιά είναι που επέτρεψε στην ψυχαναλυτική προσέγγιση να ριζώσει και να γίνει το κυρίαρχο παράδειγμα στην Γαλλία; Εάν έχω καταλάβει καλά, πάντως, ο Προύστ δεν γνώριζε το έργο του Φρόϋντ. Ίσως το θέμα του ασυνειδήτου να ήταν ένα αίτημα της εποχής. Γενικότερα είναι ενδιαφέρον να ψάξει κανείς, πώς μία εποχή αναπτύσσει ενδιαφέροντα και πώς σε διαφορετικούς τόπους άνθρωποι προσεγγίζουν το ίδιο θέμα, πολλές φορές σε άγνοια ο ένας για τις προσπάθειες του άλλου. Ο Προύστ, βέβαια, έγραψε λογοτεχνία δεν θεώρησε ότι διατύπωσε μια επιστημονική θεωρία. Ο Φρόϋντ, από την άλλη, κάτι με το κύρος του ως γιατρός, κάτι η προσωπική του πεποίθηση είχε την εντύπωση ότι η ψυχανάλυση πως ήταν μιά επιστημονική θεωρία. Μάλλον έσφαλε, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι πρέπει να εκμηδενίσουμε, τόσο την όποια, έστω και ελάχιστη προσφορά της, όσο και την αξία της ως διανοητικό δημιούργημα (και τον κόπο, φυσικά, του εμπνευστή της)… στο Thoughtsofashy […]

Σχολιάστε